“Βούλγαροι κι Αρβανίτες και Σέρβοι και Ρωμιοί,
Νησιώτες και Ηπειρώτες, με μια κοινή ορμή,
για την ελευθερία να ζώσουμε σπαθί,
ν’ ανάψουμε μια φλόγα εις όλην την Τουρκιά,
να τρέξει απ’ την Μπόννα έως την Αραπιά
να σφάξουμε τους λύκους που τον ζυγόν βαστούν
και Χριστιανούς και Τούρκους σκληρά τους τυραννούν”.
Νησιώτες και Ηπειρώτες, με μια κοινή ορμή,
για την ελευθερία να ζώσουμε σπαθί,
ν’ ανάψουμε μια φλόγα εις όλην την Τουρκιά,
να τρέξει απ’ την Μπόννα έως την Αραπιά
να σφάξουμε τους λύκους που τον ζυγόν βαστούν
και Χριστιανούς και Τούρκους σκληρά τους τυραννούν”.
Ρήγας Φεραίος
Με αφορμή το βιβλίο της ιστορίας
της ΣΤ Δημοτικού έχει ξεκινήσει μια αντιπαράθεση που αφορά
τον μύθο που η αστική τάξη εδώ και χρόνια χτίζει γύρω από την
αστική επανάσταση του 1821 και τη γέννηση του ελληνικού
κράτους.
Η λυσσασμένη συστράτευση της
αντίδρασης για να υπερασπιστεί τους μύθους που η ίδια
δημιούργησε και καλλιεργεί τόσα χρόνια, μας δείχνει πόσο
σημαντικό ρόλο έχει ακόμη και στις μέρες μας η παραποίηση
της επανάστασης του 21 για την καλλιέργεια του ελληνικού
εθνικισμού. Ακόμη και μια αμφισβήτηση των πιο κραυγαλέων
ψεμάτων όπως του κρυφού σχολειού και της Αγίας Λαύρας, από την
πλευρά του αστικού κοσμοπολιτισμού, είναι αρκετή για να
βγαίνουν αφροί λύσσας από τους στυλοβάτες του εθνικού
φρονήματος. Από την άλλη, η τάση για μια ανάγνωση της
ιστορίας στο ύφος ενός πολίτικαλ κορέκτ αστικού
κοσμοπολιτισμού, δεν μπορεί παρά να βασίζεται επίσης στο
ψέμα. Όχι στους εθνικιστικούς μύθους του Ελλάς Ελλήνων
Χριστιανών, αλλά αποσιωπώντας κάθε τι που θυμίζει βία και
σύγκρουση (και ειδικά ταξική σύγκρουση).
Από την πλευρά της η αριστερά στην
πλειοψηφία της δεν καταφέρνει να απεγκλωβιστεί από αυτό το
δίπολο. Όχι μόνο για λόγους πολιτικούς, αλλά μερικές φορές
από μόνη την έλλειψη ερμηνευτικών εργαλείων. Η λανθασμένη
ταξική ανάλυση της επανάστασης του 1821 από μεγάλη μερίδα
της αριστεράς, την καθιστά αδύναμη να δει τη δυναμική της,
τις εσωτερικές τις αντιφάσεις, το μεγαλείο της και την
τραγικότητά της. Μια αδυναμία όχι πάντα αθώα, αλλά συχνά
υστερόβουλη, καθώς φτιάχνει άλλους μύθους στην προσπάθειά της
να ανακαλύψει “φεουδαρχικά υπολείμματα” για να δικαιολογήσει
κατά καιρούς τη συμμαχία της με τμήματα της αστικής τάξης, ή
τον ίδιο της τον εθνικισμό. Σε αυτό το άρθρο δεν είναι δυνατόν
να περιγραφεί η πορεία της ελληνικής επανάστασης. Πολλές
και σημαντικές πτυχές της θα μείνουν απ’ έξω. Στόχος μας είναι
να παρουσιάσουμε ένα ιστορικό πλαίσιο των κοινωνικών
χαρακτηριστικών της επανάστασης και των κοινωνικών
δυνάμεών της πέρα από κάθε λογής μύθους.
Η Οθωμανική αυτοκρατορία ως
κοινωνικός σχηματισμός έχει εντελώς ιδιαίτερα
χαρακτηριστικά, που διαφέρουν κατά πολύ από τους
αντίστοιχους φεουδαρχικούς στην υπόλοιπη Ευρώπη. Το
οθωμανικό κράτος ήταν μια αυστηρά συγκεντρωτική
γραφειοκρατική μηχανή γύρω από μια οικογένεια – γένος τους
οσμανλήδες τούρκους. Με κέντρο το σουλτάνο έχει δομηθεί μια
πολυάριθμη κάστα γραφειοκρατών που ωστόσο αντλούν τα
προνόμιά τους όχι από τη γη που κατέχουν, αλλά από την εύνοια
του σουλτάνου. Αυτοί βρίσκονταν εντελώς απρόσιτοι από τους
υπηκόους τους (χαρακτηριστικά η επίσημη κρατική γλώσσα
ήταν ακατάληπτη ακόμη και για τους περισσότερους τούρκους). Από
το παλάτι ξεκινάει ένα αυστηρό διοικητικό πλέγμα κάθετο
και οριζόντιο.
Κάθετα, ξεκινά από το παλάτι και
φτάνει μέχρι το τελευταίο χωριό σε μια πυραμίδα υψηλών
μεσαίων και χαμηλών αξιωματούχων. Το οριζόντιο αφορά την
διευθέτηση των υπηκόων σε μιλέτια (ορθόδοξο, αρμένικο,
εβραϊκό) όπου το καθένα συγκροτεί μια δική του διοικητική
πυραμίδα. Η πολύπλοκη αυτή διοίκηση εξασφαλίζει στον
εκάστοτε σουλτάνο την είσπραξη των φόρων, τη στρατολόγηση
για τους διαρκείς πολέμους της αυτοκρατορίας και τη διατήρηση
της εσωτερικής ειρήνης. Για τους κατοίκους σήμαινε ένα
καθεστώς διαβίωσης σαφώς ανεκτικότερο και από τα
παλαιότερα, αλλά και από τα σύγχρονα της υπόλοιπης Ευρώπης.
Στην οθωμανική αυτοκρατορία η δουλοπαροικία ήταν
εξαίρεση.
Οι φόροι για τους αγρότες και τους
επαγγελματίες ήταν σκληροί, αλλά όχι σκληρότεροι από
αλλού. Μια τέτοια κοινωνία επέτρεψε το ξεδίπλωμα και την
ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στο εσωτερικό του, αλλά
η ίδια η κρατική δομή (απολιθωμένη και στάσιμη)
αποτελούσε διαρκώς ανυπέρβλητο εμπόδιο για την παραπέρα
επέκτασή τους. Στα τέλη του 18ου αιώνα αυτή η δομή στέκεται
ανυπέρβλητο εμπόδιο που η ιστορική εξέλιξη επιτάσσει να
σαρωθεί.
Η ελληνική αστική τάξη
Στους κόλπους της οθωμανικής
αυτοκρατορίας έχουν αρχίσει να μορφοποιούνται τα τμήματα του
πληθυσμού που θα αποτελέσουν τις διάδοχες αστικές τάξεις.
Ακριβώς εξαιτίας της δομής της αυτοκρατορίας δεν είναι
τούρκικη αυτή η αστική τάξη, αλλά ελληνική, εβραϊκή,
αρμένικη, κλπ. Από αυτές πιο οικονομικά εύρωστη, πιο
συγκροτημένη και πιο συνειδητοποιημένη είναι η ελληνική
αστική τάξη. Ο τρόπος γέννησής της, της προσδίδει ιδιαίτερα
χαρακτηριστικά. Καταρχήν το κεφάλαιό της προέρχεται κυρίως
από το εμπόριο και τις τραπεζικές συναλλαγές. Στο τέλος του
17ου αιώνα κατορθώνει να γίνει η κυρίαρχη ναυτική δύναμη
στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό που την διαφοροποιεί από τις
υπόλοιπες αστικές τάξεις είναι πως σε αντίθεση
με το τεράστιο γεωγραφικό εύρος των κεφαλαίων της στερείται μια σταθερή έδρα. Πράγματι, τα ελληνικά κεφάλαια είναι σκορπισμένα σε ολόκληρη την αυτοκρατορία, αλλά και στη Νότια Ρωσία, στις Παραδουνάβιες Χώρες, στην Ιταλία, στην Αυστροουγγαρία, στη Δυτική Ευρώπη. Η αστική τάξη, ορμητική και τυχοδιωκτική, δεμένη από την αρχή με τα δυτικά κεφάλαια, θέλει να διαπραγματεύεται τα κέρδη της απευθείας με τη δύση, χωρίς τη μεσολάβηση μιας διεφθαρμένης και αργοκίνητης οθωμανικής γραφειοκρατίας. Το αίτημα για ένα ανεξάρτητο εθνικό κράτος (έδρα των κεφαλαίωντης και συλλογικό μηχανισμό στον ανταγωνισμό της με τις υπόλοιπες αστικές τάξεις) προβάλει πλέον σαν ώριμο και επιτακτικό αίτημα. Το κλίμα που σαρώνει την Ευρώπη από τη γαλλική επανάσταση και τους ναπολεόντειους πολέμους βρίσκει απήχηση στην οθωμανική αυτοκρατορία. Ο γαλλικός Διαφωτισμός δίνει το ιδεολογικό πλαίσιο για το επαναστατικό ξεσηκωμό. Η διαμόρφωση της ελληνικής εθνικής συνείδησης μέσα από τις εξαγγελίες των διαφωτιστών εκφεύγει από τα όρια του άρθρου. Εδώ να πούμε μόνο ότι ο ελληνικός διαφωτισμός, έχει ένα βαθύ επαναστατικό κοινωνικό περιεχόμενο. Η εθνική ολοκλήρωση συμβαδίζει με την εξάλειψη των κοινωνικών ανισοτήτων. Ο Ρήγας οραματίζεται μια βαλκανική ομοσπονδία του δικαίου, όπου θα ευημερούν όλοι, ανεξαρτήτως έθνους και θρησκείας, αφού αποτινάξουν τους τυράννους του σουλτάνου. Ο Ανώνυμος της Ελληνικής Νομαρχίας στοχοθετεί ευθέως τους πρόκριτους που δυναστεύουν το λαό το ίδιο με τους τούρκους και το μηχανισμό της εκκλησίας που τον κρατάει στην αμάθεια. Αυτός είναι και ο λόγος που η εκκλησία πολέμησε τόσο σφόδρα τους έλληνες διαφωτιστές. Πραγματικά, οι μάχες που έδινε η εκκλησία δεν ήταν να χτίζει “κρυφά σχολειά” αλλά να κρατάει τον απόλυτο έλεγχο σε όσα εντελώς φανερά και ελεύθερα λειτουργούσαν. Ελεύθερα από τις τούρκικες αρχές, αλλά όχι από την εκκλησία που ξεκίνησε πραγματική εκστρατεία να εκδιώξει από αυτά τους φορείς των “νεωτεριστικών ιδεών”.
με το τεράστιο γεωγραφικό εύρος των κεφαλαίων της στερείται μια σταθερή έδρα. Πράγματι, τα ελληνικά κεφάλαια είναι σκορπισμένα σε ολόκληρη την αυτοκρατορία, αλλά και στη Νότια Ρωσία, στις Παραδουνάβιες Χώρες, στην Ιταλία, στην Αυστροουγγαρία, στη Δυτική Ευρώπη. Η αστική τάξη, ορμητική και τυχοδιωκτική, δεμένη από την αρχή με τα δυτικά κεφάλαια, θέλει να διαπραγματεύεται τα κέρδη της απευθείας με τη δύση, χωρίς τη μεσολάβηση μιας διεφθαρμένης και αργοκίνητης οθωμανικής γραφειοκρατίας. Το αίτημα για ένα ανεξάρτητο εθνικό κράτος (έδρα των κεφαλαίωντης και συλλογικό μηχανισμό στον ανταγωνισμό της με τις υπόλοιπες αστικές τάξεις) προβάλει πλέον σαν ώριμο και επιτακτικό αίτημα. Το κλίμα που σαρώνει την Ευρώπη από τη γαλλική επανάσταση και τους ναπολεόντειους πολέμους βρίσκει απήχηση στην οθωμανική αυτοκρατορία. Ο γαλλικός Διαφωτισμός δίνει το ιδεολογικό πλαίσιο για το επαναστατικό ξεσηκωμό. Η διαμόρφωση της ελληνικής εθνικής συνείδησης μέσα από τις εξαγγελίες των διαφωτιστών εκφεύγει από τα όρια του άρθρου. Εδώ να πούμε μόνο ότι ο ελληνικός διαφωτισμός, έχει ένα βαθύ επαναστατικό κοινωνικό περιεχόμενο. Η εθνική ολοκλήρωση συμβαδίζει με την εξάλειψη των κοινωνικών ανισοτήτων. Ο Ρήγας οραματίζεται μια βαλκανική ομοσπονδία του δικαίου, όπου θα ευημερούν όλοι, ανεξαρτήτως έθνους και θρησκείας, αφού αποτινάξουν τους τυράννους του σουλτάνου. Ο Ανώνυμος της Ελληνικής Νομαρχίας στοχοθετεί ευθέως τους πρόκριτους που δυναστεύουν το λαό το ίδιο με τους τούρκους και το μηχανισμό της εκκλησίας που τον κρατάει στην αμάθεια. Αυτός είναι και ο λόγος που η εκκλησία πολέμησε τόσο σφόδρα τους έλληνες διαφωτιστές. Πραγματικά, οι μάχες που έδινε η εκκλησία δεν ήταν να χτίζει “κρυφά σχολειά” αλλά να κρατάει τον απόλυτο έλεγχο σε όσα εντελώς φανερά και ελεύθερα λειτουργούσαν. Ελεύθερα από τις τούρκικες αρχές, αλλά όχι από την εκκλησία που ξεκίνησε πραγματική εκστρατεία να εκδιώξει από αυτά τους φορείς των “νεωτεριστικών ιδεών”.
Αντίστοιχη με τις διακηρύξεις του
Διαφωτισμού ήταν και η οργανωτική μορφή που επιλέχτηκε για
να φέρει σε πέρας το έργο της επανάστασης, η Φιλική
Εταιρεία. Ιδρύεται στην Οδησσό το 1814 από έλληνες αστούς που
κινούνταν στις διακηρύξεις του ελληνικού διαφωτισμού. Η
Φιλική Εταιρεία ήταν μια οργάνωση κατά τα πρότυπα των
επαναστατικών αστικών οργανώσεων της υπόλοιπης Ευρώπης.
Αν και επρόκειτο για μια αυστηρά μυστική και συνωμοτική οργάνωση,
σε αντίθεση με αυτές απλώθηκε και οργάνωσε πλατιά λαϊκά
στρώματα, αντιγράφοντας το παράδειγμα της ιταλικής
Καρμπονερίας την οποία χρησιμοποίησε ως πρότυπο. Στο
σύντομο διάστημα λίγων μόλις χρόνων έχει να παρουσιάσει ένα
τεράστιο έργο. Έχει εξασφαλίσει την χρηματοδότηση πολλών
ελλήνων αστών.
Έχει ένα δίκτυο “αντιπροσώπων”
αποσταλμένους σε πολλά σημεία τις αυτοκρατορίας, που
προσπαθούν να εμπνεύσουν, να ξεσηκώσουν, να εξασφαλίσουν
συμμαχίες όταν έρθει η ώρα της εξέγερσης. Έχει αποκτήσει
παρόμοιες βάσεις στην υπόλοιπη Ευρώπη, που συγκροτεί ένα
ισχυρό ρεύμα βοήθειας στην επερχόμενη επανάσταση μέσα
στους κύκλους των αστών επαναστατών. Το σχέδιο της Εταιρείας
είναι ένας γενικός ξεσηκωμός στη Βαλκανική και για αυτό το
σκοπό αλληλογραφεί με πολλούς ηγέτες των Βαλκανίων. Το 1820 και
μετά από τις αρνήσεις του Καποδίστρια να αναλάβει την
ηγεσία, δέχεται ο Αλ. Υψηλάντης. Μαζί με τους υπόλοιπους
ηγέτες της Φιλικής επεξεργάζονται το “Σχέδιο” δηλαδή την
εξέγερση στις λεπτομέρειές της. Αλλά τα γεγονότα δεν
υπακούουν πάντα στα σχέδια.
Ο λαός
Ο όρος “ελληνικός λαός” ως
κοινωνική έννοια απαιτεί οπωσδήποτε διευκρινίσεις. Γενικά
μιλάμε για τον κόσμο που δουλεύει στις πόλεις και στην
επαρχία, αλλά ως σύνολο δεν έχει ενιαία χαρακτηριστικά. Οι
αγρότες που αποτελούν τη μεγάλη πλειοψηφία δουλεύουν με
σχέσεις πολύ διαφορετικές μεταξύ τους. Στην τεράστια
οθωμανική αυτοκρατορία για την περίοδο που αναφερόμαστε
υπάρχει μια τεράστια ποικιλία στην ιδιοκτησία και την
εργασία στη γη. Στο Μοριά και τη Ρούμελη, στα μικρά νησιά,
γενικά στα ορεινά, επικρατεί ο μικρός κλήρος στα πεδινά η
μεγάλη γαιοκτησία και οι ακτήμονες εργάτες γης. Στα Επτάνησα και
σε κάποια νησιά του Αιγαίου επιβιώνουν φεουδαρχικές σχέσεις
από την εποχή της φραγκοκρατίας. Όταν μιλάμε για αγροτικές
μάζες να έχουμε στο μυαλό μας ότι πρόκειται περισσότερο για
αφαίρεση παρά για τάξη με κοινό τρόπο ζωής και κοινή
συμπεριφορά. Στις πόλεις πάλι στο προβιομηχανικό στάδιο
παραγωγής απασχολούνται άνθρωποι που αργότερα θα
αποτελέσουν το προλεταριάτο, αλλά τη συγκεκριμένη
περίοδο κυριαρχούν οι συντεχνίες. Ένα σημαντικό στοιχείο
είναι πως με εξαίρεση κάποια νησιά στο Αιγαίο, η επανάσταση
θα επικρατήσει μακριά από τις μεγάλες και ανεπτυγμένες
πόλεις της αυτοκρατορίας. Διευκρίνιση απαιτεί και ο όρος
“ελληνικός”. Στις περιοχές που επικράτησε οι επανάσταση
(για να μην αναφερθούμε καν εκεί που δεν επικράτησε), με
εξαίρεση τα νησιά, οι έλληνες ήταν μειοψηφία. Ο Μοριάς και η
Ρούμελη κατοικούνταν από πληθυσμούς με ρευστή και
διαμορφούμενη εθνική συνείδηση (κυρίως αρβανίτες, αλλά
και βλάχους, σλάβους, κλπ.) καθώς και από λαούς με διαφορετική
εθνική συνείδηση
(τούρκους, εβραίους, αρμένιους, κλπ). Όσον αφορά μάλιστα τη γλώσσα, ή τις διάφορες διαλέκτους καλύτερα, τα πράγματα είναι απόλυτα συγκεχυμένα. Οι πληθυσμοί αυτοί “ελληνοποιήθηκαν” μέσα από δυο διαφορετικούς δρόμους: την ορθόδοξη εκκλησία και τον ελληνικό διαφωτισμό. Η διαίρεση σύμφωνα με το θρήσκευμα (που άλλωστε ήταν θεσμοποιημένη στην αυτοκρατορία) έπαιξε τεράστιο ρόλο από την επανάσταση και αργότερα αφού ο “έλληνας” ταυτιζόταν με τον “ορθόδοξο χριστιανό”. Ο αστικός διαφωτισμός με τα ορμητικά του κηρύγματα, ταύτισε την ελληνοποίηση με πνευματική άνοδο όσο και με κοινωνική ανέλιξη. Όπως και να έχει, αυτοί οι ετερογενείς πληθυσμοί σήκωσαν όλο το βάρος της επανάστασης και του πολέμου, κάτω από τα φλογερά κηρύγματα των αστών διανοουμένων, προσδοκώντας όχι μόνο μια ανεξαρτησία από τον σουλτάνο, αλλά προσδοκώντας κοινωνικούς στόχους μέσα από αυτή τους τη συμμετοχή.
(τούρκους, εβραίους, αρμένιους, κλπ). Όσον αφορά μάλιστα τη γλώσσα, ή τις διάφορες διαλέκτους καλύτερα, τα πράγματα είναι απόλυτα συγκεχυμένα. Οι πληθυσμοί αυτοί “ελληνοποιήθηκαν” μέσα από δυο διαφορετικούς δρόμους: την ορθόδοξη εκκλησία και τον ελληνικό διαφωτισμό. Η διαίρεση σύμφωνα με το θρήσκευμα (που άλλωστε ήταν θεσμοποιημένη στην αυτοκρατορία) έπαιξε τεράστιο ρόλο από την επανάσταση και αργότερα αφού ο “έλληνας” ταυτιζόταν με τον “ορθόδοξο χριστιανό”. Ο αστικός διαφωτισμός με τα ορμητικά του κηρύγματα, ταύτισε την ελληνοποίηση με πνευματική άνοδο όσο και με κοινωνική ανέλιξη. Όπως και να έχει, αυτοί οι ετερογενείς πληθυσμοί σήκωσαν όλο το βάρος της επανάστασης και του πολέμου, κάτω από τα φλογερά κηρύγματα των αστών διανοουμένων, προσδοκώντας όχι μόνο μια ανεξαρτησία από τον σουλτάνο, αλλά προσδοκώντας κοινωνικούς στόχους μέσα από αυτή τους τη συμμετοχή.
Οι κλέφτες
Οι κλεφταρματωλοί αποτελούν μια
ιδιαίτερη ενσάρκωση των κοινωνικών αιτημάτων της
επανάστασης. Το φαινόμενο που ονομάστηκε “κοινωνική
ληστεία” (σε αντιδιαστολή με την κοινή ληστεία, την
“ατομική”) ολόκληρο τον 19ο αι. ήταν τόσο πλατιά
διαδεδομένο σε διάφορα μέρη του κόσμου, ώστε διάφοροι
σύγχρονοι ιστορικοί να ονομάσουν την εποχή “αιώνα της
κοινωνικής ληστείας”. Ειδικά σε κάποια σημεία της
Μεσογειακής Λεκάνης πήρε τέτοια έκταση ώστε καθόριζε
απόλυτα την πολιτική και κοινωνική ζωή του τόπου. (Κορσική,
Σικελία, Κρήτη, Αλβανία-Ήπειρος, Μοριάς, Ιωνικά Παράλια).
Όσοι δεν δέχονταν την καταπίεση και την αυταρχικότητα της
κεντρικής ή της τοπικής εξουσίας καταφεύγουν στα βουνά
συγκροτώντας ένοπλα σώματα. Ορίζουν τα βουνά και από εκεί
αναλαμβάνουν ένοπλο αγώνα ενάντια της εξουσίας. Συχνά
πρόκειται για εμπειροπόλεμους άντρες ή και επαγγελματίες
στρατιώτες, που ατομικά ή ομαδικά λιποταχτούν και ορίζουν
τα βουνά για λημέρι τους. Τον ορεινό όγκο τον ελέγχουν πλήρως
και ζουν ακριβώς από τον έλεγχό του, φορολογώντας τις οδούς και τα
ορεινά περάσματα, ή πλιατσικολογώντας τα καραβάνια ή τις
πεδινές περιοχές. Οι “κοινωνικοί ληστές” διατηρούσαν
άρρηκτες σχέσεις με τον αγροτικό πληθυσμό της περιοχής από
τον οποίον άλλωστε προέρχονταν. Συχνά αποτελούσαν το
ένοπλο σώμα του αγροτικού πληθυσμού που τον προστάτευαν από
τις αυθαιρεσίες της εξουσίας και πολλές φορές βρέθηκαν να
υποκινούν τοπικές αγροτικές εξεγέρσεις. Στα μάτια των
αγροτών περιβάλλονταν με το θρύλο του ήρωα.Μια δεύτερη
περίπτωση ήταν οι αρματολοί, άνθρωποι που η ίδια η οθωμανική
εξουσία εξόπλιζε για να επιβάλουν την τάξη στις δυσπρόσιτες
ορεινές επικράτειες (κυρίως ενάντια των κλεφτών) και που στο
πέρασμα του χρόνου αυτονομούνταν. Συχνά μάλιστα οι δυο ομάδες
άλλαζαν ρόλους ή και συγχωνεύονταν. Φυσικά, δεν ήταν όλοι
έλληνες ή χριστιανοί ορθόδοξοι. Αντίθετα πολλές ήταν οι
τουρκοαλβανικές κλεφτοσυμμορίες, και ο κανόνας ήταν οι
μεικτές. Η θέση τους σαν “ένοπλο τμήμα” του αγροτικού
πληθυσμού, τους μετέβαλε πότε σε προστάτες του, πότε σε
μεσολαβητές του με την εκάστοτε εξουσία, καμιά φορά ακόμη
και σε δυνάστες του. Συχνά συμμαχούσαν στρατιωτικά με το
στρατό της κεντρικής εξουσίας απέναντι στον τοπικό δυνάστη,
συχνά πάλι έκαναν ακριβώς το αντίθετο. Αν δεν έχει κανείς
αυτό κατά νου δεν μπορεί να εξηγήσει τη συμπεριφορά των
κλεφτών, πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την επανάσταση.
Τυπικό παράδειγμα οι σουλιώτες. Αρβανίτες οι ίδιοι,
μάχονταν για χρόνια ενάντια στον επίσης αλβανό Αλή Πασά των
Γιαννίνων, μέχρι που ο τελευταίος κατόρθωσε να τους
υποτάξει. Κι όμως, οι ίδιοι αυτοί σουλιώτες είναι που
επέστρεψαν λίγο αργότερα για να πολεμήσουν υπερασπίζοντας
τον Αλή Πασά όταν αυτός στην προσπάθεια του να
ανεξαρτητοποιηθεί από την Οθωμανική Αυτοκρατορία
αντιμετώπισε τον τούρκικο στρατό. Στη διάρκεια της
επανάστασης οι ομάδες των κλεφτών αποτέλεσαν έναν βασικό
στρατιωτικό κορμό της. Στη συντριπτικής τους πλειοψηφία
πέρασαν με το μέρος της Επανάστασης, ανεξάρτητα από τη
θρησκεία τους ή την εθνότητά τους. Οι ηγέτες των κλεφτών
έγιναν λαϊκοί ήρωες ειδικά στο Μοριά και τη Ρούμελη, που οι
αγροτικές μάζες δεν διέθεταν λαϊκούς ηγέτες όπως στα νησιά.
Οι ίδιοι, χωρίς συγκεκριμένη ιδεολογική κατεύθυνση, σε
γενικές γραμμές εμπνέονταν από συγκεχυμένα λίγο ή πολύ
φιλελεύθερα οράματα και στη μεγάλη τους πλειοψηφία είχαν
ενταχθεί στις γραμμές της Φιλικής Εταιρείας τις παραμονές της
επανάστασης. Για αυτούς τους λόγους θα εκπροσωπήσουν (με
μεγάλη ασυνέπεια) τα συμφέροντα των φτωχών μαζών στη
σύγκρουσή του με τους προεστούς, ειδικά μετά τον παραγκωνισμό
της Φιλικής Εταιρείας και την ήττα των λαϊκών ηγετών στα
νησιά. Χαρακτηριστικά παραδείγματα και κορυφαίοι ηγέτες
των κλεφταρματολών, είναι ο Ανδρούτσος, ο Καραϊσκάκης, ο
Διάκος, (όλοι τους στρατιωτικοί του Αλή Πασά) και φυσικά ο
Κολοκοτρώνης, γόνοςμιας οικογένειας κλεφταρματολών, κύρια
στρατιωτική μορφή της Επανάστασης.
Πρόκριτοι και φαναριώτες
Από την αρχή η επανάσταση χτύπησε
στον κυματοθραύστη ενός ετερογενούς μετώπου, που όμως ήταν
σταθερό στην καταστολή του κοινωνικού χαρακτήρα της, και κατ
αρχήν επιφυλακτικό στα εθνικά χαρακτηριστικά της: οι
πρόκριτοι, η ορθόδοξη εκκλησία και οι φαναριώτες άρχοντες.
Με τον όρο πρόκριτοι εννοούνται οι διάφοροι τοπικοί άρχοντες
(προεστοί, δημογέροντες, κλπ). Πολλές φορές γίνεται το λάθος
να ταυτίζονται με κάποιου τύπου φεουδαρχικά υπολείμματα, το
οποίο είναι εντελώς λάθος. Το οθωμανικό κράτος ήταν όπως
είδαμε πολύ αυστηρά συγκεντρωτικό. Στον βαθμό που εισέπραττε
τους φόρους δεν ενδιαφερόταν καθόλου για τους υπηκόους του.
Για να εξασφαλίσει μια στοιχειώδη διοίκηση (και την είσπραξη
των φόρων) εμπιστεύτηκε την ηγεσία των διάφορων κοινοτήτων
σε τοπικούς πρόκριτους. Όπως εύστοχα αναλύει διεξοδικά
αυτό το θέμα ο P. F. Sugar “Το αποτέλεσμα ήταν μια πολύ
αυστηρή, παραπάνω από ό,τι θα έπρεπε οργανωμένη
κοινωνικο-οικονομική διάρθρωση, που πολύ
γρήγορα απολιθώθηκε, αλλά και η οποία ήταν ταυτόχρονα εντυπωσιακά επιεικής (ήπια). Η ηπιότητα αυτή εμπόδισε τη “δουλοπαροικοποίηση” των αγροτών της νοτιοανατολικής Ευρώπης και επέτρεψε στον πληθυσμό, αστικό και αγροτικό μαζί, να οργανωθεί πάλι πάνω στη βάση της κοινότητας και κάτω από την ηγεσία των δικών του εκλεγμένων αντιπροσώπων”. Έχοντας εξαλείψει οι οθωμανοί όλη την παλαιά αριστοκρατία, οι πρόκριτοι αυτοί δεν είχαν καμιά σχέση με τις παλιές αρχοντικές οικογένειες του Βυζαντίου. Στο πέρασμα των χρόνων οι πρόκριτοι απέκτησαν προνόμια και συχνά μεταβίβαζαν την εξουσία στα παιδιά τους, ώστε να μιλάμε πια για οικογένειες: Μαυρομιχάληδες στη Μάνη, Δελληγιάνηδες στη Γορτυνία, Νοταράδες στην Κόρινθο, κ.ά. Κάποιοι είναι πολύ πλούσιοι, κάποιοι όχι. Για να ερμηνεύσουμε την συμπεριφορά τους, πρέπει να έχουμε κατά νου ότι αυτή η κάστα αντλούσε τα προνόμια της όχι από μια ειδική θέση στις σχέσεις παραγωγής, αλλά από την ειδική θέση του μεσολαβητή ανάμεσα στην κοινότητα και την κεντρική (οθωμανική) εξουσία και την υποταγή της σε αυτή. Τα πολιτικά χαρακτηριστικά αυτής της κάστας ήταν ο συντηρητισμός, η απέχθεια για τις κοινωνικές αλλαγές, ο κοντόθωρος τοπικιστικός ορίζοντας, οι σκευωρίες και οι ίντριγκες. Αντιμετώπισαν το κίνημα της Φιλικής Εταιρίας με μεγάλη καχυποψία. Αρχικά ήταν ενάντιοι στην ιδέα της επανάστασης και προσπάθησαν να την εμποδίσουν με κάθε τρόπο. Αυτή η καρμπονάρικα οργανωμένη επανάσταση τους τρόμαζε. Μπήκαν στη διαδικασία της επανάστασης μόνο όταν αυτή ήταν γεγονός τετελεσμένο. Επεδίωξαν να μην θιγούν τα προνόμιά τους και έλπιζαν ότι σε ένα νέο, ελληνικό κράτος (μικρό για να αντιστοιχεί στα μέτρα τους) έχουν πολύ μεγαλύτερες ευκαιρίες να σταδιοδρομήσουν παρά σαν τοποτηρητές μιας ξεχασμένης επαρχίας της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Αρκεί να καταφέρουν να την ελέγξουν πολιτικά. Σε αντίθεση με άλλες ομάδες ή τάξεις που πήραν μέρος στην επανάσταση, οι πρόκριτοι είχαν από την πρώτη στιγμή και απόλυτη συνείδηση των ιδιαίτερων συμφερόντων τους (να διατηρήσουν με κάθε κόστος τα προνόμιά τους) αλλά και την πολιτική εμπειρία να τα υπερασπίσουν. Αυτοί, μαζί με τους πλούσιους αστούς στα νησιά που επίσης είδαν τα προνόμιά τους να κινδυνεύουν, θα αναλάβουν το ρόλο του Θερμιδώρ της ελληνικής επανάστασης κατορθώνοντας να υποτάξουν και να καταστείλουν κάθε κοινωνικό αίτημα. Οι φαναριώτες, κωνσταντινουπολήτες άρχοντες, ήταν το πολιτικό συμπλήρωμα των προκρίτων. Άνθρωποι με πλατιά παιδεία και διεθνή σταδιοδρομία, είχαν τον διεθνή ορίζοντα που έλειπε από τους πρώτους. Μπορούσαν να σταθούν στα ευρωπαϊκά σαλόνια και να σχεδιάζουν πολιτική που ξεπερνά τα όρια 5 χωριών. Και αυτοί έχουν παρόμοια σχέση με το μηχανισμό του οθωμανικού κράτους και αντλούν τα προνόμιά τους από τη θέση τους ως ιδιότυπο διπλωματικό σώμα της Πύλης. Η διαφορά τους με τους προκρίτους ήταν πως ήταν γόνοι παλιών αρχοντικών οικογενειών, χωρίς όμως αυτό να τους εξασφαλίζει κάποια ιδιαίτερη θέση στην παραγωγή. Κάποιοι από αυτούς είναι πλούσιοι έμποροι. Η συνεισφορά τους όμως στο μέτωπο ήταν η πολιτική τους εμπειρία. Επένδυσαν και ετούτοι στις πολιτικές δυνατότητες που θα τους πρόσφερε ένα νέο ελληνικό κράτος. Παρά την αμοιβαία καχυποψία οι δυο ομάδες συμπράξαν από την πρώτη στιγμή στην καταστολή της κοινωνικής διάστασης της επανάστασης. Ο πιστότερος (και πολυτιμότερος) σύμμαχος στο μέτωπο της αντίδρασης ήταν η εκκλησία.
γρήγορα απολιθώθηκε, αλλά και η οποία ήταν ταυτόχρονα εντυπωσιακά επιεικής (ήπια). Η ηπιότητα αυτή εμπόδισε τη “δουλοπαροικοποίηση” των αγροτών της νοτιοανατολικής Ευρώπης και επέτρεψε στον πληθυσμό, αστικό και αγροτικό μαζί, να οργανωθεί πάλι πάνω στη βάση της κοινότητας και κάτω από την ηγεσία των δικών του εκλεγμένων αντιπροσώπων”. Έχοντας εξαλείψει οι οθωμανοί όλη την παλαιά αριστοκρατία, οι πρόκριτοι αυτοί δεν είχαν καμιά σχέση με τις παλιές αρχοντικές οικογένειες του Βυζαντίου. Στο πέρασμα των χρόνων οι πρόκριτοι απέκτησαν προνόμια και συχνά μεταβίβαζαν την εξουσία στα παιδιά τους, ώστε να μιλάμε πια για οικογένειες: Μαυρομιχάληδες στη Μάνη, Δελληγιάνηδες στη Γορτυνία, Νοταράδες στην Κόρινθο, κ.ά. Κάποιοι είναι πολύ πλούσιοι, κάποιοι όχι. Για να ερμηνεύσουμε την συμπεριφορά τους, πρέπει να έχουμε κατά νου ότι αυτή η κάστα αντλούσε τα προνόμια της όχι από μια ειδική θέση στις σχέσεις παραγωγής, αλλά από την ειδική θέση του μεσολαβητή ανάμεσα στην κοινότητα και την κεντρική (οθωμανική) εξουσία και την υποταγή της σε αυτή. Τα πολιτικά χαρακτηριστικά αυτής της κάστας ήταν ο συντηρητισμός, η απέχθεια για τις κοινωνικές αλλαγές, ο κοντόθωρος τοπικιστικός ορίζοντας, οι σκευωρίες και οι ίντριγκες. Αντιμετώπισαν το κίνημα της Φιλικής Εταιρίας με μεγάλη καχυποψία. Αρχικά ήταν ενάντιοι στην ιδέα της επανάστασης και προσπάθησαν να την εμποδίσουν με κάθε τρόπο. Αυτή η καρμπονάρικα οργανωμένη επανάσταση τους τρόμαζε. Μπήκαν στη διαδικασία της επανάστασης μόνο όταν αυτή ήταν γεγονός τετελεσμένο. Επεδίωξαν να μην θιγούν τα προνόμιά τους και έλπιζαν ότι σε ένα νέο, ελληνικό κράτος (μικρό για να αντιστοιχεί στα μέτρα τους) έχουν πολύ μεγαλύτερες ευκαιρίες να σταδιοδρομήσουν παρά σαν τοποτηρητές μιας ξεχασμένης επαρχίας της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Αρκεί να καταφέρουν να την ελέγξουν πολιτικά. Σε αντίθεση με άλλες ομάδες ή τάξεις που πήραν μέρος στην επανάσταση, οι πρόκριτοι είχαν από την πρώτη στιγμή και απόλυτη συνείδηση των ιδιαίτερων συμφερόντων τους (να διατηρήσουν με κάθε κόστος τα προνόμιά τους) αλλά και την πολιτική εμπειρία να τα υπερασπίσουν. Αυτοί, μαζί με τους πλούσιους αστούς στα νησιά που επίσης είδαν τα προνόμιά τους να κινδυνεύουν, θα αναλάβουν το ρόλο του Θερμιδώρ της ελληνικής επανάστασης κατορθώνοντας να υποτάξουν και να καταστείλουν κάθε κοινωνικό αίτημα. Οι φαναριώτες, κωνσταντινουπολήτες άρχοντες, ήταν το πολιτικό συμπλήρωμα των προκρίτων. Άνθρωποι με πλατιά παιδεία και διεθνή σταδιοδρομία, είχαν τον διεθνή ορίζοντα που έλειπε από τους πρώτους. Μπορούσαν να σταθούν στα ευρωπαϊκά σαλόνια και να σχεδιάζουν πολιτική που ξεπερνά τα όρια 5 χωριών. Και αυτοί έχουν παρόμοια σχέση με το μηχανισμό του οθωμανικού κράτους και αντλούν τα προνόμιά τους από τη θέση τους ως ιδιότυπο διπλωματικό σώμα της Πύλης. Η διαφορά τους με τους προκρίτους ήταν πως ήταν γόνοι παλιών αρχοντικών οικογενειών, χωρίς όμως αυτό να τους εξασφαλίζει κάποια ιδιαίτερη θέση στην παραγωγή. Κάποιοι από αυτούς είναι πλούσιοι έμποροι. Η συνεισφορά τους όμως στο μέτωπο ήταν η πολιτική τους εμπειρία. Επένδυσαν και ετούτοι στις πολιτικές δυνατότητες που θα τους πρόσφερε ένα νέο ελληνικό κράτος. Παρά την αμοιβαία καχυποψία οι δυο ομάδες συμπράξαν από την πρώτη στιγμή στην καταστολή της κοινωνικής διάστασης της επανάστασης. Ο πιστότερος (και πολυτιμότερος) σύμμαχος στο μέτωπο της αντίδρασης ήταν η εκκλησία.
Εκκλησία
Μιλώντας για την εκκλησία μιλάμε
καταρχήν για έναν τεράστιο διοικητικό μηχανισμό. Σύμφωνα με
τα ειδικά προνόμια που είχαν παραχωρήσει οι οθωμανοί, η
εκκλησία είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για τους πιστούς της,
δηλαδή για όλους τους χριστιανούς. Στην πραγματικότητα, στους
χριστιανικούς πληθυσμούς είχε απόλυτες δικαιοδοσίες σε
συνεργασία με τους κατά τόπους άρχοντες. Δικαστικές
διαμάχες, εκπαίδευση, πρόνοια, περνούσαν όλα από αυτό το
διοικητικό μηχανισμό. Μιλάμε για έναν τεράστιο οικονομικό
μηχανισμό. Ενδεικτικά, μετά το οθωμανικό κράτος που
επίσημα του ανήκαν όλα τα εδάφη, είναι ο δεύτερος σε
μέγεθος ιδιοκτήτης γης στην αυτοκρατορία. Στα ελληνικά
εδάφη κατέχει το 1/3 – 1/4 της γης. Ένας μηχανισμός που
χρηματοδοτείται εξολοκλήρου από την εργασία των ραγιάδων.
Όχι μόνο με αυτή των ακτημόνων στην τεράστια εκκλησιαστική
περιουσία, αλλά και με βαρύτατους ειδικούς φόρους που είναι
υποχρεωμένοι να πληρώνουν όλοι οι χριστιανοί. Τον τρόπο που
λειτουργούσε αυτός ο μηχανισμός περιγράφεται με τον πιο
κρυστάλλινο τρόπο στην “Ελληνική Νομαρχεία” τόσο αναλυτικά,
που μόνο λίγα αποσπάσματα μπορούμε να παραθέσουμε: “Η
Σύνοδος αγοράζει τον πατριαρχικό θρόνο από τον οθωμανικό αντιβασιλέα δια
μίαν μεγάλη ποσότητα χρημάτων, έπειτα τον πωλεί ούτινος της δώσει
περισσότερο κέρδος, και τον αγοραστή τον ονομάζει πατριάρχη. Αυτός,
λοιπόν, δια να ξαναλάβει τα όσα εδανείσθη δια την αγορά του θρόνου,
πωλεί τις επαρχίες, στις αρχιεπισκοπές, ούτινος δώσει περισσοτέραν
ποσότητα, και ούτως σχηματίζει τους αρχιεπισκόπους, οι οποίοι πωλώσει
και αυτοί εις άλλους τας επισκοπάς των. Οι δε επίσκοποι τας πωλώσει των
χριστιανών, δηλαδή γυμνώνουσι τον λαό, δια να εβγάλωσι τα όσα εξώδευσαν.
Και ούτος εστίν ο τρόπος, με τον οποίον εκλέγονται των διαφόρων
ταγμάτων τα υποκείμενα, δηλαδή ο χρυσός… Πώς άραγε ζώσιν αυτοί οι
αρχιεπίσκοποι εις τας μητροπόλεις των και ποίαι είσίν αι αρεταί των;
Τρώγωσι και πίνωσι ως χοίροι. Κοιμώνται δεκατέσσαρας ώρας τήν νυκτα καί
δύο ώρας μετά το μεσημέρι. Λειτουργούσι δύο φοράς τον χρόνο, και όταν
δεν τρώγωσι, δεν πίνωσι, δεν κοιμώνται, τότε κατεργάζονται τα πλέον
αναίσχυντα έργα, όπου τινάς ημπορεί να στοχασθεί. Και ούτως εις τον
βόρβορο της αμαρτίας και εις την ιδίαν ακρασίαν θησαυρίζουσι χρήματα,
και οι αναστεναγμοί του λαού είναι προς αυτούς τόσοι ζέφυρες. Ο χορός
των επισκόπων εξακολουθεί μετά τους αρχιεπισκόπους. Αυτοί, πάλιν, είναι
άλλοι λύκοι, ίσως χειρότεροι από τους πρώτους, επειδή κυριεύουσι τους
χωρικούς και ιδιώτες… Μετά των Επισκόπων, λοιπόν, έρχονται εκείνοι οι
πρωτοσύγκελλοι, οι αρχιμανδρίτες και οι πνευματικοί, οι οποίοι
στέλλονται από τα μοναστήρια με κάποιας πανταχούσας. Αυτοί είναι
αναρίθμητοι, επειδή δεν ευρίσκεται πόλις χωρίον, οποίο να μην φυλάττη
ένα ή δύο από αυτούς τούς λαοκλέπτας, οι οποίοι παρουσιάζονται εις τον
αρχιερέα και αγοράζουν παρ’ αυτού την άδειαν του κλεψίματος, και έπειτα,
με άκρα αυθάδεια, αρχινούσιν από σπίτι εις σπίτι, να ζητούσιν
ελεημοσύνη, και εκδύουσιν εξόχως τας γυναίκας, όσον ημπορούσι… Εκατό
χιλιάδες, και ίσως περισσότεροι, μαυροφορεμένοι ζώσιν αργοί και
τρέφονται από τους ιδρώτας των ταλαιπώρων και πτωχών Ελλήνων. Τόσαι
εκατοντάδες μοναστήρια. όπου πανταχοθεν ευρίσκονται, είναι τόσαι πληγαί
εις την πατρίδα, επειδή, χωρίς να την ωφελήσουν εις το παραμικρό,
τρώγωσι τους καρπούς της και φυλάττουσι τους λύκους, δια να αρπάζουν και
ξεσχίζουν τα αθώα και ιλαρά πρόβατα της ποίμνης του Χριστού. Ιδού, ω
Έλληνες, αγαπητοί μου αδελφοί, η σημερινή αθλία και φοβερά κατάστασις
του ελληνικού ιερατείου, και η πρώτη αιτία όπου αργοπορεί την
ελευθέρωσιν της Ελλάδος. Αυτοί οι αμαθέστατοι, αφού ακούσουν ελευθερία,
τους φαίνεται μία αθανάσιμος αμαρτία.”
Τις παραμονές
Ακριβώς εκείνη τη στιγμή στην
υπόλοιπη Ευρώπη καταστέλλονται τα κινήματα στην Ισπανία, στο
Πεδεμόντιο και το κίνημα των καρμπονάρων στη Νότια Ιταλία. Η
Ιερά Συμμαχία έχει πιο επείγοντα καθήκοντα από μια
εξέγερση στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ταυτόχρονα στο
εσωτερικό της αυτοκρατορίας ο σουλτάνος έχει να
αντιμετωπίσει ένα πολύ σοβαρό στρατιωτικό γεγονός: την
απόσχιση του Αλή Πασά στη Ήπειρο. Ο Αλή Πασάς των Ιωαννίνων
που έχει επεκτείνει την επικράτειά του σε όλη την Αλβανία την
Ήπειρο και τη Θεσσαλία, είναι εξαιρετικά ικανός και
φιλόδοξος πολιτικός. Το όραμά του είναι η εγκαθίδρυση ενός
“δυτικού” κράτους “πεφωτισμένης δεσποτείας και για να το
πετύχει κινείται διπλωματικά και στρατιωτικά για χρόνια. Για
το σκοπό αυτό έχει συγκεντρώσει γύρω του το μεγαλύτερο
μέρος των κλεφταρματολών της περιοχής (χριστιανούς και
μουσουλμάνους), αλλά και σπουδαίους έλληνες διαφωτιστές. Τα
Γιάννενα είναι πραγματική φωλιά της Φιλικής Εταιρείας. Την
ώρα που οι γέτες της Φιλικής εκπονούν το Σχέδιο, ο Αλή Πασάς
εκπονεί το δικό του και θα συμπέσουν ταυτόχρονα. Οι κύριες
δυνάμεις του σουλτανικού στρατού θα συγκεντρωθούν για να
αντιμετωπίσουν τον Αλή Πασά, αφήνοντας με ελάχιστες
φρουρές το Μοριά και τη Ρούμελη. Η πρώτη απόπειρα να αποκτήσει
σταθερή ανεξάρτητη εθνική βάση η ελληνική αστική τάξη
ακολουθεί βέβαια την ιστορική συγκυρία, αλλά
υπαγορεύεται και από το σημείο που έχουν τοποθετήσει τα
κεφάλαιά τους οι πρωταγωνιστές αυτής της απόπειρας. Έτσι, ο
τόπος της επανάστασης δεν είναι ο ελλαδικός χώρος, αλλά η
μακρινή Μολδοβλαχία. Εκεί, το Φλεβάρη του 1821 ξεκινά η
επανάσταση. Μπορεί οι έλληνες σε αυτές τις περιοχές να
αποτελούσαν μια πολύ μικρή μειοψηφία, αλλά δεν συνέβαινε το
ίδιο και με τα ελληνικά κεφάλαια. Στο Γαλάτσι, το Βουκουρέστι,
το Ιάσιο οι έλληνες αστοί είχαν πραγματικά συμφέροντα. Ο
ίδιος ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ηγέτης της Φιλικής Εταιρείας
είχε γερούς δεσμούς με αυτή την περιοχή αφού ο πατέρας του και
ο παππούς του διατέλεσαν διοικητές της περιοχής για
λογαριασμό του σουλτάνου. Το ξέσπασμα της επανάστασης στη
μακρινή Μολδοβλαχία δεν προσφέρεται για εθνική προπαγάνδα.
Δεν υπήρχε καμιά Αγία Λαύρα για να σηκώσει δήθεν το λάβαρο
κανένας Παλαιών Πατρών Γερμανός. Άλλωστε, ο Ιγνάτιος
Μολδοβλαχίας, όχι μόνο το καταδίκασε από την αρχή και το
κίνημα και τον Υψηλάντη, αλλά καιρό αργότερα, όταν η
επανάσταση έχει επικρατήσει στην Πελοπόννησο, στέλνει
επιστολή στην πρώτη εθνοσυνέλευση που καλεί τους αρχιερείς
και τους προκρίτους να καθαρίσουν την επανάσταση από
οτιδήποτε “καρβουναρικόν” με το οποίο “πειράζεται η ησυχία των λαών”. Η
εξέγερση από την άλλη του Αλή Πασά, προσφέρεται για την
αστική προπαγάνδα, με τον όρο ότι θα πρέπει η ιστορική
αλήθεια να παραποιηθεί βίαια. Γιατί πως αλλιώς μπορεί να
παρουσιάζεται ο Αλή Πασάς σαν στυγνός “πολέμιος του
ελληνισμού”, όταν οι περισσότεροι από τους ήρωες της
επανάστασης πολέμησαν στο πλευρό του; Όπως και να
διαμορφώνεται όμως η ιδεολογική εκμετάλλευση των
γεγονότων στα κατοπινά χρόνια, τόσο η περιπέτεια της
Μολδοβλαχίας, όσο και ο Αλή Πασάς λειτούργησαν καταρχάς σαν
στρατιωτικός αντιπερισπασμός. Η εκκλησία βιάζεται να
αφορίσει τους επαναστάτες, αλλά το νέο σαρώνει όλη την
αυτοκρατορία. Οι Φιλικοί ήδη κινούνται δραστήρια στα
πλαίσια του “Σχεδίου” για να ξεσηκώσουν τις περιοχές τους.
Σταδιακά ξεσηκώνονται διάφορες γωνιές της αυτοκρατορίας: ο
Μοριάς, η Ρούμελη, τα πιο πολλά νησιά του Αιγαίου, και
σποραδικά εξεγέρσεις έχουμε στη Δυτική Μακεδονία, στην
Κρήτη, στη Χαλκιδική και στο Αϊβαλί.
Το ξέσπασμα της επανάστασης
Ηγέτης της Φιλικής στο Μωριά είναι ο
Παπαφλέσσας. Συναντά την απόλυτα εχθρική στάση των
προκρίτων. Σε συνάντηση για αυτό το σκοπό στο Αίγιο στις 26
Γενάρη, οι προεστοί με επικεφαλής τον Παλαιών Πατρών Γερμανό
θα τον βρίσουν και θα τον απειλήσουν. Αλλά η επανάσταση δεν θα
τους περιμένει. Μόλις φτάνουν τα νέα για τον Υψηλάντη ο Μοριάς
επαναστατεί. Η αρχή γίνεται στην Πάτρα στις 21 Μάρτη. Μια
εξέγερση με επικεφαλής έναν τσαγκάρη τον Καρατζά
καταλαμβάνει την πόλη και αναγκάζει τους τούρκους να κλειστούν
στο φρούριο. Στην άλλη πλευρά, ο Παπαφλέσσας και ο
Κολοκοτρώνης καταλαμβάνουν την Καλαμάτα. Ο Μοριάς είναι
όλος στο πόδι και οι ολιγάριθμοι τούρκοι κλείστηκαν στα
κάστρα. Στη Ρούμελη το ρόλο του Παπαφλέσσα θα παίξει ο
Ανδρούτσος. Σε λίγες μέρες η επανάσταση επεκτείνεται στα
νησιά. Στα νησιά τούρκοι δεν υπήρχαν ή ήταν ελάχιστοι. Ειδικά
εδώ είναι που η επανάσταση απέκτησε ριζοσπαστικά
κοινωνικά χαρακτηριστικά. Η απουσία τούρκων και η ύπαρξη
μιας οικονομικά ισχυρής ελληνικής αστικής τάξης έκανε τις
κοινωνικές ανισότητες περισσότερο έκδηλες. Το αίτημα της
απελευθέρωσης έπαιρνε έντονο κοινωνικό χαρακτήρα.
Οι κοινωνίες των νησιών του Αιγαίου διέφεραν σε μεγάλο βαθμό από την ηπειρωτική Ελλάδα. Καταρχήν εξαιτίας του εμπορίου και της ναυτιλίας είχαν και πιο ανεπτυγμένο πολιτιστικό επίπεδο, αλλά και άμεση, διαπροσωπική επαφή με τα πολιτικά ρεύματα της υπόλοιπης Ευρώπης. Επιπλέον, υπήρχαν σοβαρές διαφορές στην κοινωνική τους δομή. Συγκριτικά με την οικονομικά καθυστερημένη Πελοπόννησο τα νησιά αποτελούσαν σοβαρά οικονομικά κέντρα γεωργικής και προβιομηχανικής παραγωγής. Και ενώ στο Μοριά και τη Ρούμελη το κυρίαρχο στοιχείο ήταν ο μικρός κλήρος, στα μεγάλα αιγαιονήσια είχε διατηρηθεί σε κάποιο βαθμό η μεγάλη ιδιοκτησία και μάλιστα στα χέρια των ίδιων οικογενειών από την εποχή του Βυζαντίου και της Ενετοκρατίας. Είναι φυσικό λοιπόν πως η επανάσταση εκεί υιοθέτησε από την πρώτη στιγμή έκδηλα ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά και έθεσε στόχους κοινωνικής απελευθέρωσης. Η αρχή έγινε στις Σπέτσες. Στην Ύδρα οι πλοιοκτήτες αρνούνται πεισματικά κάθε ιδέα. Ο Φιλικός Οικονόμου οργανώνει μια εξέγερση που πιάνει στον ύπνο τους πλοιοκτήτες και ο λαός της Ύδρας καταλαμβάνει τα πλοία. Στη Σάμο, οι κοινωνικοί αγώνες είχαν ξεκινήσει στο νησί ήδη πριν από μια δεκαετία και μάλιστα οι καταπιεσμένοι με ηγέτη τον Φιλικό Λυκούργο Λογοθέτη είχαν οργανωθεί σε κόμμα με την επωνυμία “Καρμανιόλοι”. Με την επανάσταση οι άρχοντες διώχνονται και καταφεύγουν στα μικρασιατικά παράλια. Ο χιώτης Μπουρνιάς ήταν κατώτερος αξιωματικός στο στρατό του Ναπολέοντα. Εξέγειρε τους αγρότες των μαστιχοχωρίων και ζήτησε τη βοήθεια των Σαμιωτών για την επέκταση της επανάστασης στη Χίο και πράγματι, στο νησί αποβιβάζονται περίπου 2000 σαμιώτες. Το πρόγραμμα των εξεγερμένων ήταν η δήμευση των κτημάτων. Όσοι πρόκριτοι δεν έφυγαν, κλείστηκαν στην πόλη της Χίου. Η επικράτηση των επαναστατών ήταν σύντομη, αφού ακολούθησε η απόβαση των σουλτανικών στρατευμάτων και η μεγάλη σφαγή της Χίου. Στην Άνδρο, που επίσης υπήρχαν μεγαλοκτηματίες, η επανάσταση δήμευσε τα μεγάλα κτήματα. Όταν οι κτηματίες έστειλαν μήνυμα στον Καπουδάν Πασά, που κατέπλεε με τον οθωμανικό στόλο στο Αιγαίο να καταπνίξει την επανάσταση, οι αγρότες επιτέθηκαν στη Χώρα, εκκαθάρισαν τους πρόκριτους και εξέλεξαν ηγέτη τον αγρότη Μπαλή. Με προτροπή του προσπάθησαν να οργανωθούν σε “κομμούνα” που θα καλλιεργούν από κοινού τη γη. Στις κεντρικές Κυκλάδες (Τήνος, Σύρος, Σαντορίνη) που ο πληθυσμός ήταν καθολικοί χριστιανοί και υπό την προστασία της Γαλλίας, δεν πήρε μέρος στην επανάσταση. Εξαίρεση η Νάξος. Εδώ την πρωτοβουλία έχει ένας ιερωμένος, ο επίσκοπος Παροναξίας Ιερόθεος. Μυημένος στη Φιλική καθοδηγεί τους ναξιώτες στις καταλήψεις των μεγάλων κτημάτων. Και στην στεριανή Ελλάδα οι αγρότες ξεκινάν τις καταλήψεις των κτημάτων. Η πιο σημαντική κίνηση γίνεται στην Αττική με ηγέτη τον Μελέτη Βασιλείου, αλλά σε μικρότερη έκταση αγροτικές εξεγέρσεις συμβαίνουν στον Πύργο, στο Μιστρά, την Μονεμβασία και την βόρεια Εύβοια. Τα οράματα της γαλλικής επανάστασης για ισότητα και δικαιοσύνη φλόγιζαν τα πνεύματα σε όλη την Ευρώπη. Έλληνες διανοούμενοι του αστικού διαφωτισμού σαν το Ρήγα ή τον Ανώνυμο της “Ελληνικής Νομαρχίας” τα μπόλιασαν στην ελληνική πραγματικότητα. Όπως και κάθε αστική επανάσταση, ανοίγει έναν ορίζοντα λαϊκών διεκδικήσεων πολύ πλατύτερο από όσο η ίδια η αστική τάξη είναι διατεθειμένη να ικανοποιήσει. Η αστική επανάσταση καθώς ξεδιπλώνεται εμπεριέχει και το ξεπέρασμά της. Από τα σπλάχνα της θα βγουν οι Ροβεσπιέροι, οι Σαιντ Ζυστ και οι Μπαμπέφ. Η θανάτωση των ελλήνων ροβεσπιέρων, η καταστολή των κοινωνικών εξεγέρσεων και το ελληνικό Θερμιδώρ είναι μια πτυχή της επανάστασης του 21 που μάταια θα την ψάξουμε στα κάθε είδους σχολικά βιβλία.
Οι κοινωνίες των νησιών του Αιγαίου διέφεραν σε μεγάλο βαθμό από την ηπειρωτική Ελλάδα. Καταρχήν εξαιτίας του εμπορίου και της ναυτιλίας είχαν και πιο ανεπτυγμένο πολιτιστικό επίπεδο, αλλά και άμεση, διαπροσωπική επαφή με τα πολιτικά ρεύματα της υπόλοιπης Ευρώπης. Επιπλέον, υπήρχαν σοβαρές διαφορές στην κοινωνική τους δομή. Συγκριτικά με την οικονομικά καθυστερημένη Πελοπόννησο τα νησιά αποτελούσαν σοβαρά οικονομικά κέντρα γεωργικής και προβιομηχανικής παραγωγής. Και ενώ στο Μοριά και τη Ρούμελη το κυρίαρχο στοιχείο ήταν ο μικρός κλήρος, στα μεγάλα αιγαιονήσια είχε διατηρηθεί σε κάποιο βαθμό η μεγάλη ιδιοκτησία και μάλιστα στα χέρια των ίδιων οικογενειών από την εποχή του Βυζαντίου και της Ενετοκρατίας. Είναι φυσικό λοιπόν πως η επανάσταση εκεί υιοθέτησε από την πρώτη στιγμή έκδηλα ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά και έθεσε στόχους κοινωνικής απελευθέρωσης. Η αρχή έγινε στις Σπέτσες. Στην Ύδρα οι πλοιοκτήτες αρνούνται πεισματικά κάθε ιδέα. Ο Φιλικός Οικονόμου οργανώνει μια εξέγερση που πιάνει στον ύπνο τους πλοιοκτήτες και ο λαός της Ύδρας καταλαμβάνει τα πλοία. Στη Σάμο, οι κοινωνικοί αγώνες είχαν ξεκινήσει στο νησί ήδη πριν από μια δεκαετία και μάλιστα οι καταπιεσμένοι με ηγέτη τον Φιλικό Λυκούργο Λογοθέτη είχαν οργανωθεί σε κόμμα με την επωνυμία “Καρμανιόλοι”. Με την επανάσταση οι άρχοντες διώχνονται και καταφεύγουν στα μικρασιατικά παράλια. Ο χιώτης Μπουρνιάς ήταν κατώτερος αξιωματικός στο στρατό του Ναπολέοντα. Εξέγειρε τους αγρότες των μαστιχοχωρίων και ζήτησε τη βοήθεια των Σαμιωτών για την επέκταση της επανάστασης στη Χίο και πράγματι, στο νησί αποβιβάζονται περίπου 2000 σαμιώτες. Το πρόγραμμα των εξεγερμένων ήταν η δήμευση των κτημάτων. Όσοι πρόκριτοι δεν έφυγαν, κλείστηκαν στην πόλη της Χίου. Η επικράτηση των επαναστατών ήταν σύντομη, αφού ακολούθησε η απόβαση των σουλτανικών στρατευμάτων και η μεγάλη σφαγή της Χίου. Στην Άνδρο, που επίσης υπήρχαν μεγαλοκτηματίες, η επανάσταση δήμευσε τα μεγάλα κτήματα. Όταν οι κτηματίες έστειλαν μήνυμα στον Καπουδάν Πασά, που κατέπλεε με τον οθωμανικό στόλο στο Αιγαίο να καταπνίξει την επανάσταση, οι αγρότες επιτέθηκαν στη Χώρα, εκκαθάρισαν τους πρόκριτους και εξέλεξαν ηγέτη τον αγρότη Μπαλή. Με προτροπή του προσπάθησαν να οργανωθούν σε “κομμούνα” που θα καλλιεργούν από κοινού τη γη. Στις κεντρικές Κυκλάδες (Τήνος, Σύρος, Σαντορίνη) που ο πληθυσμός ήταν καθολικοί χριστιανοί και υπό την προστασία της Γαλλίας, δεν πήρε μέρος στην επανάσταση. Εξαίρεση η Νάξος. Εδώ την πρωτοβουλία έχει ένας ιερωμένος, ο επίσκοπος Παροναξίας Ιερόθεος. Μυημένος στη Φιλική καθοδηγεί τους ναξιώτες στις καταλήψεις των μεγάλων κτημάτων. Και στην στεριανή Ελλάδα οι αγρότες ξεκινάν τις καταλήψεις των κτημάτων. Η πιο σημαντική κίνηση γίνεται στην Αττική με ηγέτη τον Μελέτη Βασιλείου, αλλά σε μικρότερη έκταση αγροτικές εξεγέρσεις συμβαίνουν στον Πύργο, στο Μιστρά, την Μονεμβασία και την βόρεια Εύβοια. Τα οράματα της γαλλικής επανάστασης για ισότητα και δικαιοσύνη φλόγιζαν τα πνεύματα σε όλη την Ευρώπη. Έλληνες διανοούμενοι του αστικού διαφωτισμού σαν το Ρήγα ή τον Ανώνυμο της “Ελληνικής Νομαρχίας” τα μπόλιασαν στην ελληνική πραγματικότητα. Όπως και κάθε αστική επανάσταση, ανοίγει έναν ορίζοντα λαϊκών διεκδικήσεων πολύ πλατύτερο από όσο η ίδια η αστική τάξη είναι διατεθειμένη να ικανοποιήσει. Η αστική επανάσταση καθώς ξεδιπλώνεται εμπεριέχει και το ξεπέρασμά της. Από τα σπλάχνα της θα βγουν οι Ροβεσπιέροι, οι Σαιντ Ζυστ και οι Μπαμπέφ. Η θανάτωση των ελλήνων ροβεσπιέρων, η καταστολή των κοινωνικών εξεγέρσεων και το ελληνικό Θερμιδώρ είναι μια πτυχή της επανάστασης του 21 που μάταια θα την ψάξουμε στα κάθε είδους σχολικά βιβλία.
Η αντίδραση
Όταν το κίνημα στη Μολδοβλαχία
ηττιέται, η επανάσταση έχει εδραιωθεί στο Μοριά, τη Ρούμελη
και τα μισά νησιά του Αιγαίου. Αμέσως με την έκρηξη της
επανάστασης και παράλληλα με τις πολεμικές συγκρούσεις
ξεκινά και ο αγώνας για την πολιτική επικράτηση των
διάφορων στρωμάτων και τάξεων που έπαιρναν μέρος σε αυτή. Η
μόνη οργανωμένη δύναμη ήταν η Φιλική Εταιρεία. Θα ήταν
λογικό να περιμένει κανείς πως με την προετοιμασία που είχε
κάνει θα ήταν ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης της επανάστασης,
αλλά δεν συνέβη έτσι. Οι πρόκριτοι, οι αρχιερείς, οι
φαναριώτες, οι πλούσιοι αστοί, συμπτύσσουν ένα ισχυρό μέτωπο,
που το αντιτάσσουν σε κάθε “καρμπονάρικη εκτροπή” της
επανάστασης, δηλαδή κάθε αμφισβήτηση των δικαιωμάτων τους.
Το ελληνικό θερμιδώρ ξεκινά και προχωρά παράλληλα με την
εξέλιξη της επανάστασης. Τον ιδεολογικό αγώνα ενάντια
στη Φιλική Εταιρεία ανέλαβαν οι αρχιερείς της Πελοποννήσου.
Άλλωστε είχαν από παλιά έτοιμο το υλικό που καταδίκαζε τα
καρμπονάρικα κινήματα. Η Εταιρεία έχει πάψει πλέον να
λειτουργεί πολιτικά ενιαία, αν στοιχειωδώς λειτουργούσε
κάποτε. Το καλοκαίρι του 21 φτάνει στο Μωριά ο Δημ. Υψηλάντης
σαν ηγέτης της Εταιρείας μετά τη σύλληψη του αδερφού του στη
Μολδοβλαχία και δίνει τον πολιτικό τόνο. Μέχρι το τέλος θα
προσπαθεί να εκφράσει πολιτικά το ανέφικτο, δηλαδή την
κοινωνική ενότητα όλων των τάξεων που έπαιρναν μέρος στον
αγώνα, πάνω από τα αντικρουόμενα κοινωνικά τους
συμφέροντα. Θα προσφέρει μέχρι τέλος ένα ευρύ υπερταξικό
πλαίσιο, που ο καθένας θα μπορεί να ερμηνεύει όπως του αρέσει
τα φλογισμένα λόγια των διακηρύξεων, συνειδητά ασαφή και
αόριστα. Στην προετοιμασία της επανάστασης ένα τέτοιο
πολιτικό πλαίσιο είναι αρκετό. Όταν ξεδιπλώνονται οι
ταξικές αντιθέσεις, αυτές οι διακηρύξεις γίνονται
κουρελόχαρτα. Μέχρι το τέλος οι περισσότερο επιφανείς
ηγέτες της Εταιρείας προσπαθώντας να διασώσουν μια ενότητα
ανέφικτη καταφεύγοντας στον έναν συμβιβασμό πίσω από τον
άλλον. Ο Κολοκοτρώνης, αν και διακήρυττε συνέχεια πως “η
γαλλική επανάσταση άνοιξε τα μάτια των ανθρώπων” πολλές
φορές μεσολάβησε με το κύρος του για να γλιτώσει τους πρόκριτους
από το λιντσάρισμα των εξεγερμένων. Απέναντι στις επιθέσεις
της αντίδρασης λειτουργούν δισταχτικά και συμβιβαστικά.
Καταστολή της επανάστασης σημαίνει καταρχήν δολοφονίες
των επαναστατών ηγετών. Αν όμως η αντίδραση απέναντι στους
εξέχοντες Φιλικούς είναι διστακτική ακόμη, δεν είναι το ίδιο
απέναντι στους ηγέτες των λαϊκών κινημάτων στα νησιά. Πρώτοι
δολοφονούνται ο Μπαλής στην Άνδρο, ο Βασιλείου που νωρίτερα
εκδιώχθηκε στην Εύβοια και ο Καραντζάς στην Πάτρα. Ο Ιερόθεος
φυλακίζεται στην Πελοπόννησο, Ο Οικονόμου, μετά από πολλές
συλλήψεις, αποδράσεις και απόπειρες εναντίον του,
εκλέγεται από την Ύδρα για την Α΄ Εθνοσυνέλευση και
δολοφονείται από άνδρες του Λόντου καθοδόν για αυτήν. Μόνο ο Λογοθέτης
έμεινε ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης στη Σάμο μέχρι το τέλος
της επανάστασης, αλλά η Σάμος μένει απομονωμένη από τις
κεντρικές εξελίξεις και τελικά δεν θα περιληφθεί στο πρώτο
ελληνικό κράτος. Πλέον, στο τέλος του 1821 το πανίσχυρο
μέτωπο πλοιοκτητών – προκρίτων – φαναριωτών, που παρά τις
τόσες εσωτερικές και προσωπικές διενέξεις στέκεται
συμπαγές ενάντια στις λαϊκές διεκδικήσεις, έχει
επικρατήσει σε μεγάλο βαθμό. Αυτή η πρόσκαιρη ισορροπία
αποτυπώνεται στην Α΄ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου το
Δεκέμβριο του 21. Χαρακτηριστικά, αρχικά ως τόπος της
εθνοσυνέλευσης έχει οριστεί το Άργος από όπου μεταφέρεται
εσπευσμένα στην Επίδαυρο για να ξεφύγουν οι πρόκριτοι από τη
λαϊκή οργή που ακολούθησε την είδηση της δολοφονίαςτου
Οικονόμου. Το μέτωπο προκρίτων – πλοιοκτητών κυριάρχησε
απόλυτα. Από τους 59 εκπροσώπους, από την πλευρά της
Εταιρείας εκλέχτηκαν μόνο ο Υψηλάντης, ο Παπαφλέσσας και ο
Κολοκοτρώνης. Ωστόσο, δεν είναι ακόμη μια νίκη οριστική.
Αυτή η σύνθεση οφείλεται περισσότερο στην πολιτική πείρα
των προκρίτων και λιγότερο στις πραγματικές κοινωνικές
δυνάμεις. Το κρίσιμο επίδικο των ταξικών συγκρούσεων ήταν
κυρίως η γη και μάλιστα οι “εθνικές γαίες” τα εδάφη δηλαδή
που κατείχε το τούρκικο κράτος ή οι εκδιωχθέντες τούρκοι. Οι
λαϊκές μάζες απαιτούσαν τη διανομή τους. Οι αστοί και οι
πρόκριτοί επιζητούσαν την εκποίησή τους ξέροντας ότι έτσι
θα έπεφταν στα χέρια τους. Το γεγονός ότι η η Α΄
Εθνοσυνέλευση δεν τολμά να πάρει θέση, δείχνει πως, παρά τη
νίκη του, το μέτωπο της αντίδρασης αισθάνεται την
σχετικότητα αυτής της νίκης. Συμβολικά, τοποθετούν
τον Υψηλάντη (διακοσμητικό) πρόεδρο του εκτελεστικού και τον Κολοκοτρώνη αρχιστράτηγο, σε όργανα στα οποία η αντίδραση είχε την απόλυτη πλειοψηφία.
τον Υψηλάντη (διακοσμητικό) πρόεδρο του εκτελεστικού και τον Κολοκοτρώνη αρχιστράτηγο, σε όργανα στα οποία η αντίδραση είχε την απόλυτη πλειοψηφία.
Το νέο ιδεολογικό περιεχόμενο
Η διακήρυξη της Εθνοσυνέλευσης διατυπώνει με σαφήνεια το πολιτικό πρόγραμμα της αντίδρασης: “Ο
κατά των Τούρκων πόλεμος ημών, μακράν του να στηρίζεται εις
αρχάς τινάς δημαγωγικάς και στασιώδεις ή ιδιωφελείς μέρους
τινός του σύμπαντος Ελληνικού Έθνους σκοπούς, είναι πόλεμος
εθνικός, πόλεμος ιερός, πόλεμος του οποίου η μόνη αιτία
είναι η ανάκτησις των δικαίων της προσωπικής ημών
ελευθερίας, της ιδιοκτησίας και της τιμής…”. Συμβολικά,
εγκαταλείπεται η σημαία της Φιλικής Εταιρείας που φάνταζε
πολύ καρμπονάρικη, όπως και η παλαιότερη πρόταση του
Κολοκοτρώνη για μια σημαία που θα έχει δίπλα στο σταυρό την
ημισέληνο. Παράλληλα με την πρακτική καταστολή των λαϊκών
αιτημάτων γίνεται και ο επανακαθορισμός της επανάστασης.
Δηλαδή, εάν πρέπει να εξαλειφθεί ο “καρμποναρισμός”, σε
αντικατάστασή του θα πρέπει να στηθούν δυο νέοι ιδεολογικοί
πυλώνες: το έθνος και η θρησκεία. Στην επανάσταση πήραν
μέρος πολλοί μουσουλμάνοι, αρβανίτες αλλά και τούρκοι. Ο
παραγκωνισμός τους, η απομόνωσή τους και τελικά η εξόντωσή
τους είναι το επόμενο καθήκον που αναλαμβάνει το μέτωπο των
προκρίτων – δεσποτάδων. Φυσικά, δεν θα διαβάσουμε σε κανένα
σχολικό βιβλίο για τους τόσους μουσουλμάνους οπλαρχηγούς που
πήραν επανάσταση κυρίως στην Ήπειρο, στις χαοτικές
καταστάσεις που δημιουργήθηκαν με το κίνημα του Αλή Πασά και
την καταστολή του, ούτε για το πλήθος μουσουλμάνων που
υπηρετούσε κάτω από τους διάφορους οπλαρχηγούς και κυρίως
στον Κολοκοτρώνη και τον Ανδρούτσο. Ωστόσο, ήταν και πολλοί
και σημαντικοί για την έκβαση των πολεμικών επιχειρήσεων,
που ο Υψηλάντης ένοιωσε υποχρεωμένος να τους αποστείλει μια
θερμή ευχαριστήρια επιστολή για να ανανεώσει τη
συμμαχία. Στην Χιμάρα μάλιστα, όπου είχαν γίνει ήδη κύριοι της
περιοχής, ζήτησαν με τον πιο επίσημο τρόπο την ένταξή της
περιοχής στα όρια του ελληνικού κράτους με μόνο αντάλλαγμα τη
διατήρηση της θρησκείας τους. Στο Σύνταγμα της Επιδαύρου οι
δεσποτάδες και οι πρόκριτοι ορίζουν ήδη από στη δεύτερη
παράγραφο το νέο πλαίσιο: “Έλληνες, είναι όσοι αυτόχθονες πιστεύουσιν εις Χριστόν”. Δεν
μένει πλέον παρά να εφαρμοστεί και στην πράξη. Και αυτό
γίνεται, αλλά εδώ τα πράγματα είναι πιο σύνθετα, αφού σε
μεγάλο βαθμό βρίσκονται στις δυνάμεις των κλεφτών που
αποτελούν το στρατιωτικό κορμό σε Μοριά και Ρούμελη.
Απέχουμε ήδη πολύ μακριά από τις διακηρύξεις του αστικού
διαφωτισμού και την προτροπή του Ρήγα Φεραίου που ζητούσε “να σφάξουμε τους λύκους που τον ζυγόν βαστούν και Χριστιανούς και Τούρκους σκληρά τους τυραννούν”.Ο
μόνος τρόπος να βρει θέση η εκκλησία στους νέους συσχετισμούς
ήταν να πάρει μέρος στην επανάσταση εκ των υστέρων και από το
παράθυρο. Η εκκλησία, ο μηχανισμός της, η ιδιοκτησία της, ο
συντηρητισμός της, ήταν ο απαραίτητος σύμμαχος των αστών στην
αποκάθαρση της ελληνικής επανάστασης από τον
καρμποναρισμό της και δεν είχαν κανένα πρόβλημα, όχι μόνο να
μην θίξουν σε τίποτα τα προνόμιά της, αλλά να της αναγνωρίσουν
και ένα ρόλο πολύ καθοριστικό στο νέο κράτος. Ειδικά
μάλιστα, που στη θέση της πολιτικής εκπροσώπησής της
βρέθηκαν οι πρόκριτοι που στις τοπικές κοινότητές τους
δένονταν με την εκκλησία με πλείστα δεσμά συμφερόντων. Έτσι,
μια σειρά μέτρα πάρθηκαν ώστε να διασφαλιστεί ο ρόλος της.
Παράλληλα, η εκκλησία έχει ένα επιπλέον σημαντικό
καθήκον στην συγκρότηση του ελληνικού έθνους-κράτους, την
ελληνοποίηση του πληθυσμού του. Πληθυσμοί με ρευστή εθνική
συνείδηση (αρβανίτες, βλάχοι, σλάβοι, καθολικοί νησιώτες,
κλπ) μπολιάζονται πλέον με τον κορμό του έθνους, όχι μέσω των
“ανατρεπτικών” διακηρύξεων του διαφωτισμού, αλλά μέσω της
ορθόδοξης εκκλησίας. Όποια γλώσσα κι αν μιλάνε,
καταλαβαίνουν και μιλάνε τα ελληνικά που ακούνε κάθε
Κυριακή στην εκκλησία. Πράγματι, τα επόμενα χρόνια η
εκκλησία θα γίνει ο μηχανισμός ελληνοποίησης των
ετερόκλητων ορθόδοξων πληθυσμών που βρίσκονται στο
ελληνικό κράτος και στις μεταγενέστερες επεκτάσεις του.
Μια νέα ισορροπία
Η οργή από την καταστολή της
αντίδρασης, καθώς οι κοινωνικές εξεγέρσεις έχουν
κατασταλεί ή είναι ακέφαλες, βρίσκει διέξοδο στους ηγέτες
των κλεφταρματολών και στους ηγέτες της Εταιρείας, που σε
μεγάλο βαθμό ταυτίζονται. Πλέον σε αυτούς πέφτει το βάρος της
εκπροσώπησης των συμφερόντων των λαϊκών τάξεων. Οι
στρατιωτικές επιτυχίες έχουν συγκροτήσει μια σταθερή
εδαφική βάση για την επανάσταση. Η στρατιωτική
σταθεροποίηση δίνει την δυνατότητα στην αντίδραση να
προχωρήσει σε ανοιχτή ρήξη πια με τους καπεταναίους και τη
Φιλική Εταιρεία. Οι δυνάμεις τους είναι ήδη εξασθενημένες
από τις πολλές στρατιωτικές αναμετρήσεις. Πολλοί έπεσαν στη
μάχη. Για τους υπόλοιπους φρόντισε η αντίδραση. Σταδιακά,
αλλά συστηματικά, οι περισσότεροι Φιλικοί θα βγαίνουν από
τη μέση. Ο Υψηλάντης καθαιρείται και στερείται τα πολιτικά
του δικαιώματα. Ο Κολοκοτρώνης φυλακίζεται, ο Οδυσσέας
Ανδρούτσος καταδιώκεται, φυλακίζεται και δολοφονείται. Ο
Καραϊσκάκης δολοφονείται επίσης σε μια ανοιχτή
προβοκάτσια για να παρουσιάσουν τον ελευθερωτή της Ρούμελης
σαν “σκοτωμένο στη μάχη”. Ο θρίαμβος της αντίδρασης
αποτυπώνεται στη Β΄ Εθνοσυνέλευση. Την ολοκληρωτική νίκη
της αντίδρασης δεν θα τη βρούμε στις διακηρύξεις της
Συνέλευσης αλλά στην απόφαση που ψηφίστηκε για την εκποίηση
των “εθνικών γαιών”. Ωστόσο, η αντίδραση που συναντά η
εκποίηση είναι τόσο μεγάλη, που τελικά δεν εφαρμόζεται
παρά σαν περιστασιακά. Παράλληλα, και αμέσως μετά την
εδραίωσή του, στο μπλοκ της αντίδρασης εκδηλώνεται ο
ανταγωνισμός των μερών που το αποτελούν. Ανάμεσα στις
διάφορες ομάδες προκρίτων ξεσπάν σφοδρές εσωτερικές
συγκρούσεις, που παίρνουν και τη μορφή ανοιχτής πολεμικής
σύγκρουσης. Η επανάσταση έχει φτάσει στο ναδίρ. Τα
στρατιωτικά γεγονότα όμως δεν κάνουν υπομονή. Αφού ο
τούρκικος στρατός έχει ξεκαθαρίσει με τα μέτωπα σε Ήπειρο
και Σερβία, πέφτει πάνω στην Ρούμελη, σε συνδυασμό με την
απόβαση των αιγυπτιακών δυνάμεων του Ιμπραήμ στο Μοριά. Και
πάλι θα κλιθούν οι καπεταναίοι και οι Φιλικοί για να
αντιμετωπίσουν την κατάσταση. Ο Παπαφλέσσας θα πεθάνει
ηρωικά στο Μανιάκι, ο Καραϊσκάκης στο Φάληρο, ο Υψηλάντης
θα καταφέρει να συγκρατήσει τους επιτιθέμενους στους Μύλους
της Αργολίδας. Η επανάσταση κρέμεται από μια κλωστή και
απαιτούνται ριζικά μέτρα. Η Γ΄ Εθνοσυνέλευση ξεκινά τις
εργασίες της τη στιγμή ακριβώς που πέφτει το Μεσολόγγι και τις
διακόπτει αμέσως για να ξαναρχίσει σχεδόν ένα χρόνο
αργότερα, το Μάρτη του 27. Ως τότε όμως αρκετά πράγματα έχουν
αλλάξει. Οι Κολοκοτρώνης και Υψηλάντης είναι οι μόνοι που
μπόρεσαν να προτάξουν μια αντίσταση στην Πελοπόννησο, έστω
κι αν δεν κατόρθωσαν να διώξουν τις αιγυπτιακές δυνάμεις. Στη
Στερεά παρά τις απανωτές ήττες διατηρούνται εστίες
αντίστασης. Αυτό όμως που γέρνει την πλάστιγγα στο
στρατιωτικό πεδίο είναι κυρίως η επέμβαση των ευρωπαϊκών
δυνάμεων που δυσχεραίνουν τη θέση του τούρκικου στρατού: η
ναυμαχία του Ναβαρίνου, η αποβίβαση γαλλικών δυνάμεων στο
Μοριά και κυρίως ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος που έφερε τους
Ρώσους μέχρι την Ανδριανούπολη. Η ανατροπή στο στρατιωτικό
τομέα καθόρισε και νέες πολιτικές ισορροπίες. Πολλοί
πρόκριτοι και φαναριώτες που “μεγαλουργούσαν” την
προηγούμενη περίοδο, αποσύρονται από το προσκήνιο καθώς έχουν
καταστεί ανυπόληπτοι. Οι φυλακισμένοι και κατατρεγμένοι
ηγέτες της Εταιρείας έχουν καταγραφεί σαν οι σωτήρες της
επανάστασης. Αυτή η νέα πολιτική πραγματικότητα
αποτυπώνονται τελικά στην Γ΄ Εθνοσυνέλευση στην Τροιζίνα. Η
αποκατάσταση του Υψηλάντη και η ακύρωση όσων εκποιήσεων
των “εθνικών γαιών” είχαν συναφθεί, είναι τα πρώτα μέτρα της
Συνέλευσης. Οι βασικές της πολιτικές αποφάσεις ωστόσο
είναι δύο: α) Υιοθετεί το Σύνταγμα της Τροιζίνας, το πιο
φιλελεύθερο αστικό σύνταγμα της εποχής του και β) αναθέτει
στον Καποδίστρια την κυβέρνηση της χώρας. Με την εκλογή του Καποδίστρια, ουσιαστικά κλείνει και ο κύκλος της επανάστασης και μπαίνουμε στην ιστορία του νέου ελληνικού κράτους. Τα ζητήματα που άνοιξε η επανάσταση του 21 βρίσκουν προσωρινά μια νέα ισορροπία στη βοναπαρτίστικη διακυβέρνηση του Καποδίστρια, όμως όχι μόνο δεν λύνονται, αλλά θα εκραγούν το αμέσως επόμενο διάστημα. Η επανάσταση του 1821, ιδωμένη μακριά από εθνικούς και θεολογικούς μύθους, αποτελεί έναν κρίκο ηρωικό και τραγικό στην προσπάθεια της ανθρωπότητας για την απελευθέρωση της. Για τους καπιταλιστές θα αποτελεί πρόσφορο έδαφος για να καλλιεργούν την εθνική ενότητα και τη διαιώνιση του κράτους τους και της εξουσίας τους. Για τους επαναστάτες όμως θα αποτελεί έμπνευση, όπως και όλες οι μεγάλες αστικές επαναστάσεις. Η ειλικρινή προσπάθεια των επαναστατών αυτών (των γιακοβίνων, των καρμπονάρων, των ελλήνων Φιλικών, των Μπαλή, Οικονόμου, Λογοθέτη) να φέρουν στις έσχατες συνέπειές τους τις διακηρύξεις για ελευθερία και ισότητα σκόνταφτε στα όρια της εποχής τους και όχι στην επαναστατική τους φλόγα.
στον Καποδίστρια την κυβέρνηση της χώρας. Με την εκλογή του Καποδίστρια, ουσιαστικά κλείνει και ο κύκλος της επανάστασης και μπαίνουμε στην ιστορία του νέου ελληνικού κράτους. Τα ζητήματα που άνοιξε η επανάσταση του 21 βρίσκουν προσωρινά μια νέα ισορροπία στη βοναπαρτίστικη διακυβέρνηση του Καποδίστρια, όμως όχι μόνο δεν λύνονται, αλλά θα εκραγούν το αμέσως επόμενο διάστημα. Η επανάσταση του 1821, ιδωμένη μακριά από εθνικούς και θεολογικούς μύθους, αποτελεί έναν κρίκο ηρωικό και τραγικό στην προσπάθεια της ανθρωπότητας για την απελευθέρωση της. Για τους καπιταλιστές θα αποτελεί πρόσφορο έδαφος για να καλλιεργούν την εθνική ενότητα και τη διαιώνιση του κράτους τους και της εξουσίας τους. Για τους επαναστάτες όμως θα αποτελεί έμπνευση, όπως και όλες οι μεγάλες αστικές επαναστάσεις. Η ειλικρινή προσπάθεια των επαναστατών αυτών (των γιακοβίνων, των καρμπονάρων, των ελλήνων Φιλικών, των Μπαλή, Οικονόμου, Λογοθέτη) να φέρουν στις έσχατες συνέπειές τους τις διακηρύξεις για ελευθερία και ισότητα σκόνταφτε στα όρια της εποχής τους και όχι στην επαναστατική τους φλόγα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου